Δημοφιλείς αναρτήσεις

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

οι κορες της λησμονιάς.....

Διαβασα το βιβλιο του Θοδωρή Παπαθεοδωρου «οι κορες της λησμονιας» ,με μια λέξη «Επικο».Από τα βιβλια που θα έπρεπε να διαβασει κάθε νεοέλληνας,να προβληματιστει,να κλαψει,να οργιστει… Ποσα άντεξε αυτή η χώρα,,ποσα λάθη,ποσο μισος. Ποιος ,σε ποιον, ο αδελφος στον αδελφο, το ιδιο σωμα,το δεξι χερι να χτυπαει το αριστερο και να μην ποναει….Εκπληκτικος-και δυσκολος ο τροπος που κραταει τις ισορροπιες , σε τεντωμενο σχοινι, αλλα με συνεπεια στην ιστορια.Ενα εξαιρετικο μαθημα εθνικής αυτογνωσιας που οδηγει τον αναγνωστη στην καθαρση με νοτισμενα μάτια, με σφιγμενο στομαχι.και στο τελος το ερωτημα "είναι δυνατον να συνεβησαν εδώ όλα αυτά,εδώ,διπλα μας, στις γειτονιές μας;" Πρεπει να τα θυμομαστε ,πρεπει καποιος να τα πει ,να τα καταγγειλει, να ξυσει με το μαχαιρι το κοκκαλο της μνημης
«Ἁκουσα τις ριπες μετα τη στροφη.Τερετισαν ανατριχιαστικα κι επειτα έπαψαν οριστικα,μαζι με τις ζωες τριων αθώων ανθρώπων.Εκτελεσεις.Αδικοι θάνατοι.Στο όνομα του λαου ο ένας,εν ονοματι του εθνους ο άλλος…εν ονοματι του ανθρώπου δε θα μιλήσει κανεις;»
.Κι ο Παπαθεοδωρου με εκπληκτικο τροπο μίλησε για τον άνθρωπο.

να θυμομαστε και να θυμιζουμε.....

Ο Τζων Βεϊνόγλου καταγόταν από τη Σμύρνη και διετέλεσε ραδιοσκηνοθέτης, ραδιοσυγγραφέας και
προϊστάμενος εκφωνητών της ΕΡΤ. Μετείχε στο Δ.Σ. της «Ενώσεως Σμυρναίων» ( Βλ. Γιώργος Ν.
Λαμψίδης, Οι πρόσφυγες του 1922, σ. 199).
Το κείμενο που ακολουθεί είχε δημοσιευτεί στο περιοδικό ΟΜΟΛΟΓΙΑ, Μηνιαία Έκδοσις
Ενημερώσεως της Ιεράς Μητροπόλεως Νικαίας. «60 χρόνια. 1922-1982. Αφιέρωμα. Μνήμη
Μικρασίας», σ.σ. 43-45.
Αποτελεί -κατά τον γράφοντα- μία ολοκληρωμένη, αν και συνοπτική αναφορά, της συμβολής των
Αλησμόνητων Πατρίδων της «καθ' ημάς Ανατολής» -και ειδικότερα της Μικράς Ασίας- όχι μόνο στον
ελληνικό αλλά και στον παγκόσμιο πολιτισμό.
Στη σύγχρονη εποχή , στην οποία κυριαρχούν σύγχυση των αξιών και σκόπιμη διαστρέβλωση των
εννοιών, ο Τζων Βεϊνόγλου και πολλοί άλλοι με το έργο τους ενισχύουν την ιστορική Μνήμη του λαού
μας, την τόσο απαραίτητη για την εθνική μας επιβίωση.
Επιμέλεια: Ιωάννης Χρ. Ιακωβίδης Επιστημονικός Συνεργάτης Παντείου Πανεπιστημίου

Να θυμόμαστε και ας θυμίζομε:
• Η Μικρασία ήταν το λίκνο της Χριστιανικής σκέψης.
• Εκεί δίδαξαν οι Απόστολοι.
• Εκεί έδρασαν οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας - Καππαδόκες και άλλοι.
• Εκεί άθλησαν επώνυμοι Άγιοι της ορθοδοξίας.
• Εκεί μαρτύρησαν ανώνυμοι μάρτυρες που τιμά η Εκκλησία μας.
• Λίγα ονόματα - σεμνώματα. Απόστολος Παύλος, Άη Βασί¬λης, 'Αη Γιώργης, Άη Νικόλας, Άη Γρηγόρης, Άη Σάββας, Άγιοι Ανάργυροι, Άγιοι Θόδωροι, Άη Παντελεήμονας, Άη Στυλιανός, Αγία Μαρίνα,Αγία Γλυκερία.
• Εκεί -στην Ανατολή- όλες οι Σύνοδοι. Κι εκτός τις μεγάλες Συνόδους, οι μητροπολίτες, αρχιεπίσκοποι κι επίσημοι της Μικρασίας, συνέρχονται ταχτικά, για να δώσουν, όλοι μαζί, λύσεις στα εκκλησιαστικά προβλήματα, μια και η Δημοκρατία παραμένει Ιωνικό προνόμιο, αντίθετα με την Εκκλησία της Ρώμης, που διακηρύττει το «αλάνθαστο» του Προκαθημένου της.
• Στη Σμύρνη ο πρώτος χριστιανικός ναός -δεκαεφτά μόλις χρόνια μετά τη Σταύρωση- «Κυριάκος οίκος» λεγόταν.
• Μικρασιάτες οι μεγάλοι βυζαντινοί αυτοκράτορες: Άγγελοι, Ίσαυροι, Φωκάδες, Κομνηνοί, ο Τσιμισκής.
• Μικρασιάτες οι Ακρίτες που κράταγαν κεφάλι στους εισβολείς, Κι όταν η Μικρασία, πηγή πλούτου, δύναμης, ανθρώπινου υλικού, έπεσε στον Τούρκο, έσβησε και το Βυζάντιο. Και ύστερα απ' την Πτώση, η Νίκαια κι η Τραπεζούντα, νησίδες πέρα για πέρα ελληνικές, μέσα στο τούρκικο σκοτάδι.
• Όπως αναγκάζεται να ομολογήσει ο μισέλληνας Κρουμπάχερί!«ή Μικρα Ασια ήταν τότε τα κρησφύγετο του ανθρωπισμού της Δύσης». Και αυτό το πνεύμα, από την Πόλη και τη Σμύρνη, περνάει στη Δύση και δημιουργεί την Αναγέννηση.
Να θυμόμαστε και ας θυμίζομε:

•Πως στα σχολεία εκείνα, τη Μεγάλη του Γένους Σχολή της Πόλης, το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας, την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, την Ακαδημία Κυδωνιών, την !|Αναξαγόρειο των Βούρλων, δεν διδάσκονταν «κολλυβογράμματα».
• Ήταν μικρά πανεπιστήμια οι σχολές εκείνες. Οι μαθητές για τους οποίους ο Κούμας έγραψε πως οι «νέοι εκείνοι με τους ανοικτούς ορίζοντες είναι ο αληθής θησαυρός της Ελλάδος»- μάθαιναν: Γραμματικά. Παλαιά και σύγχρονη γεωγραφία. Προϊστορική αρχαία, παλαιά και σύγχρονη ιστορία των Εθνών. Μαθηματικά, γεωμετρία, φυσική, αστρονομία.
Θεωρία της μουσικής. Λογική, ηθική, αισθητική. Ιστορία της φιλοσοφίας, σύνταγμα της φιλοσοφίας - δεν είναι παρά η πρώτη μεταφορά στην ελληνική γλώσσα της καντιανής φιλοσοφίας. Άλλωστε εκεί στην Ιωνία πρωτοεμφανίστηκαν οι έλληνες διαφωτιστές.
Να θυμόμαστε και ας θυμίζομε:
• Την ύψιστη συμβολή της Ιωνίας στον Μεγάλο Ξεσηκωμό, σε αίμα και χρήμα.
• Εκατοντάδες χιλιάδες χρυσές λίρες στην κάσα της Φιλικής.
• Με σμυρνέικα μπαρουτόβολα άρχισε ο Αγώνας στην Πελοπόννησο.
• Αν και υπήρχαν χωριά -τα πιο φτωχά- χωρίς ούτε έναν Έλληνα - πράγμα που δεν συνέβαινε στη Δυτική Ελλάδα.
• Αν και δεν υπήρχαν αρματολίκια στη Μικρασία (δηλαδή Έλληνες ένοπλοι στην υπηρεσία των πασάδων), οι 'Ίωνες έδωσαν άφθονο αίμα.
• Πήραν μέρος μαζί με τον Υψηλάντη, στη Μολδοβλαχία.
• Οργάνωσε αντάρτικο, εκτός απ' τα περίχωρα της Σμύρνης και στο Αίβαλί (ερημώθηκε εντελώς και πυρπολήθηκε η πολιτεία των 35.000 κατοίκων), την Πέργαμο, την Έφεσο, την Προύσα, την Άγκυρα ακόμα.
• «Επί δύο περίπου έτη, οι Τούρκοι, καθ' εκάστην, προέπεμπον εις τον Άδην δεκάδας Ελλήνων» όπως λέει ο Φιλήμων, που προσθέτει «Γυναίκες και νεανίδες ερρίπτοντο εις την θά¬λασσαν ίνα σωθώσι της σφαγής, της ατιμώσεως; του εξαν-δραποδισμού», Άλλο Σούλι εκεί.
• Κι' όλο αυτό το αντάρτικο, ανάγκασε τον Χασάν Πασά με την στρατιά ταυ να μείνει στη Μικρασία και να σωθή ο Μοριάς. Κι' αργότερα δημιουργούν την Ιωνική Φάλαγγα που έρχεται στη Δυτική Ελλάδα και παίρνει μέρος σε άπειρες μάχες. 40.000 πολεμιστές. 14.000 νεκροί που πολέμησαν και έπεσαν πειθόμενοι τω ρήματι της στήλης της αρχαίας Πριήνης. «Ανθρώποις Έλλησι•ι, ουδέν μείζον εστίν Ελευθερίης». Να θυμόμαστε και ας θυμιζουμε:
Τη μεγάλη ακμή της Σμύρνης τους δύο τελευταίους αιώνες, σε όλους τους τομείς.
• Την παιδεία: Η Ευαγγελική Σχολή είχε στη βιβλιοθήκη της 50.000 τόμους και 180 σπανιότατα χειρόγραφα. Στο μουσείο της 3.000 αγάλματα, γλυπτά και αγγεία και 14.000 αρχαία νομίσματα. Το Κεντρικό Παρθεναγωγείο, με 7 παραρτήματα, είχε στην ταράτσα του μεγαλόπρεπου κτηρίου του πλανητάριο. Κι ύστερα το Ομήρειο Παρθεναγωγείο με την υψηλή του παιδεία κι οι άλλες ιδιωτικές σχολές. 387 σχολεία στην περιοχή της Σμύρνης, με 1947 δάσκαλους και 63.000 μαθητές και μαθήτριες.
• Την υγεία. Το πρώτο Νοσοκομείο Σμύρνης, 113 χρόνια πριν, από το πρώτο της Αθήνας. Χίλια περίπου κρεβάτια, στα νοσοκομεία της Σμύρνης το 1900, 10 κλινικές, 6 χειρουργεία, μικροβιολογικά και ακτινολογικά εργαστήρια. Αντιελονοσιακό, αντιφυματικό, αφροδισιακό και αντιτραχωματικό κέντρα. Ιατρεία παρακολουθήσεως εγκύων και βρεφικοί σταθμοί, Υπηρεσία Δημόσιας Υγιεινής και σχολές μαιών και νοσοκόμων.
• Πνευματική και καλλιτεχνική ζωή. Η πρώτη εφημερίδα κυ¬κλοφόρησε στη Σμύρνη στα 1831, κι από τότε μέχρι το 1922 εκδόθηκαν 135 εφημερίδες και περιοδικά. Πολιτικά, εκκλησιαστικά, γενικής μόρφωσης, σατιρικά, επαγγελματικά. Ακόμα και σοσιαλιστικό περιοδικό κυκλοφορούσε απ' το 1903 - ο «Εργάτης», 14 τα τυπογραφεία της Σμύρνης με δεκάδες βιβλία κάθε χρόνο. Το πρώτο βιβλίο τυπώθηκε στη Σμύρνη στα 1764. Και οι πρώτες μουσικές παρτιτούρες που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα είχαν τυπωθή στη Σμύρνη πριν 130 χρόνια.
• Πέντε θέατρα υπήρχαν στη Σμύρνη και τα περίχωρα της. Με θιάσους λυρικούς και πρόζας. Η πρώτη θεατρική παράσταση στη Σμύρνη σημειώνεται στα 1657 με τον «Νικομήδη» του Κορνέϊγ. Μερικά ονόματα: Η Κυβέλη, οι αδελφές Βερώνη, η Παρασκευοπούλου, η Μπριλάντη, η Γκιουζέπε, ο Σαγιώρ, ο Στυλιανόπουλος, ο Μήτσος Μυράτ, ο Μίκης Ιακωβίδης, ο Γιώργος Γληνός, ο Στέλιος Βόκοβιτς, ο Κάρολος Κουν.
• Πλούσια κι η μουσική ζωή στη Σμύρνη. Κοντσέρτα, μουσική δωματίου, μουσικά και φιλολογικά προβέγγερα, ορχήστρες για τις τέσσερις πολυτελείς λέσχες, τα κέντρα, τα θέατρα, τους βουβούς κινηματογράφους. Μπάντες, εστουντιαντίνες και χορωδίες στα σχολεία και σε πολιτιστικούς, φιλανθρωπι¬κούς, αθλητικούς συλλόγους.
• Και δεκατέσσερις κομπανίες στα λαϊκά κέντρα. Τα «πολιτάκια» της Σμύρνης κλήθηκαν στα 1903 στο Λονδίνο και πήραν μέρος στη στέψη του Άγγλου Βασιλιά.
• Κι όλοι αυτοί οι Έλληνες καλλιτέχνες της Ιωνίας και της Μικρασίας γενικότερα, ύστερα από την Καταστροφή του '22, φέραν μαζί τους τους Ιωνικούς μουσικούς τρόπους και δημιούργησαν το σύγχρονο ελληνικό λάίκό τραγούδι.
Να θυμόμαστε και ας θυμίζομε:
• Όλα πλούσια ήτανε στη Σμύρνη. Οι καρποί της γης της. Η οικονομική της ζωή. Εμπόριο, βιοτεχνία, ναυτιλία, βιομηχανία, στο μεγαλύτερο μέρος στα χέρια των Ελλήνωγ.
• Στο Φραγκομαχαλά (στην οδό Ερμού της Σμύρνης) διακόσια (200) πολυτελή μαγαζιά κι απ' αυτά τα εκατόν εξήντα τρία (163)-ελληνικά και τρία μόνο τουρκικα,, χρηματιστήριο εμπορευμάτων και εξήντα μία ασφαλιστικές εταιρείες.
• Πλούσια και η αθλητική ζωή της Σμύρνης. Δύο τα αθλητικά σωματεία μ' επικεφαλής τον Απόλλωνα και τον Πανιώνιο. Και τα σωματεία αυτά δεν περιορίζονταν μόνο στα αθλητικά (ποδόσφαιρο, στίβος, ποδηλασία, ναυτικά αγωνίσματα, ξιφασκία, πυγμαχία, γκολφ, τέννις, ιππικοί αγώνες και ιπποδρομίες) αλλά εκτείνονταν και σε ό,τι είχε σχέση και με την πνευματική καλλιέργεια.
• Συναυλίες, εκθέσεις ζωγραφικής και γλυπτικής, διαλέξεις, ποιητικοί διαγωνισμοί.
• Όλα πλούσια στη Σμύρνη, την Ιωνία, τη Μικρασία. Πλούσια η ζωή. Πλούσια η αγροτιά κι η εργατιά, Πλούσια και η καρδιά του Μικρασιάτη.
• Κι ήρθε η καταστροφή του '22. Πλούσιες και οι θυσίες: 1.000.000 ελληνικές ψυχές αδικοχαμένες, 1.500.000 πρόσφυγες, 302.000.000 χρυσές λίρες οι υλικές ζημιές.
Να θυμόμαστε και ας θυμίζομε προς κάθε κατεύθυνση. Κι ας μην τα γράφουν όλα τα βιβλία.


θυμαμαι τους στιχους του φιλου μου ποιητη Γιωργου Χαριτωνιδη :
"Αν έπρεπε να αφανιστούμε,
αν έπρεπε να χάσουμε σπίτια και περιουσίες,
υπήρχαν πολλές καταστροφές.
οι σεισμοί,
οι πλημμύρες,
οι πυρκαγιές."

Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

12 σεπτεβρη,μνημοσυνο Χρυσοστομου Σμυρνης

Το μαρτύριο του Σμύρνης Χρυσόστομου

Τιμάται σήμερα η μνήμη των Μικρασιατών ιερομαρτύρων που έπεσαν θύματα της θηριωδίας του τουρκικού όχλου

Το 1992 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος προχώρησε στην αγιοποιηση του Χρυσοστόμου και των ιεραρχών Γρηγορίου Κυδωνιών, Αμβροσίου Μοσχονησίων, Προκοπίου Ικονίου, Ευθυμίου Ζήλων και των κληρικών και λαϊκών, που σφαγιάσθηκαν κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Επίσης, όρισε να τιμάται η μνήμη του Χρυσοστόμου Σμύρνης και των «συν αυτώ Ιεραρχών» την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, η οποία φέτος συμπίπτει με τη σημερινή.

88 χρόνια περασαν από την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922, που είχε ως αποτέλεσμα τον ξεριζωμό σχεδόν δύο εκατομμυρίων Ελλήνων από τα χώματα της Ιωνίας και της Μικράς Ασίας.

Κορυφαία μορφή της Μικρασιατικής Καταστροφής υπήρξε ο τελευταίος Επίσκοπος Σμύρνης, της μιας από τις επτά Εκκλησίες της Αποκαλύψεως, Μητροπολίτης Χρυσόστομος Καλαφάτης. Ο μαρτυρικός του θάνατος από τον τουρκικό όχλο είναι άρρηκτα δεμένος με τις τελευταίες στιγμές της ελληνικής Σμύρνης και του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Αν και του προσφέρθηκαν πολλές ευκαιρίες(ιδιαιτερα από τους καθολικους-λεβαντινους παστορες της Σμυρνης) να εγκαταλείψει τη Σμύρνη αυτός προτίμησε να μείνει και να συμμεριστεί την τύχη του ποιμνίου.

Στις 9 Σεπτεμβρίου του 1922 (με το νέο ημερολόγιο) ο Νουρεντίν Πασάς του απήγγειλε την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας και τον παρέδωσε στο πλήθος που είχε συγκεντρωθεί έξω από το διοικητήριο της Σμύρνης.

Ιδιαίτερα αποκαλυπτική είναι η εξιστόρηση των γεγονότων από τον Τούρκο καθηγητή Βilge Umar που στηρίζεται σε μαρτυρίες ανθρώπων, οι οποίοι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στη δολοφονία του Χρυσόστομου όπως αυτή του δήμιου Αli Αge , στον οποίο τον παρέδωσε ο Νουρεντίν. Σύμφωνα με τον Ουμάρ, ο Νουρεντίν επέλεξε να απαλλαγεί το συντομότερο από τον Χρυσόστομο, επειδή ήθελε να αποφύγει τη διαδικασία μιας δίκης, που θα έδινε τη δυνατότητα σε ευρωπαϊκές χώρες να παρέμβουν για να αποτραπεί η καταδίκη του ιεράρχη.

Ο Γάλλος δημοσιογράφος και ιστορικός Rene Ρuaux, απεσταλμένος στη Σμύρνη της εφημερίδας «Le Τemps», στο βιβλίο του «Ο θάνατος της Σμύρνης» επιρρίπτει ευθύνη για το μαρτύριο του Χρυσόστομου στην τουρκική στρατιωτική και πολιτική ηγεσία. Γράφει μεταξύ άλλων: «Ο στρατηγός Νουρεντίν πασάς, όταν τον έφεραν μπροστά του, τον εξύβρισε με αισχρό τρόπο και τον κατηγόρησε για τη φιλελληνική του στάση και πρόσθεσε ότι η επόμενη ενέργειά του ήταν να τον παραδώσει στη λαϊκή κρίση. Ο Χρυσόστομος, λοιπόν, παραδόθηκε στο μανιασμένο μουσουλμανικό όχλο. Του ξερίζωσαν τη γενειάδα, τον μαχαίρωσαν, διαμέλισαν και έσυραν το σώμα του μέχρι την τουρκική συνοικία, όπου και τον πέταξαν στα σκυλιά...». Ο Ρuaux καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η εκτέλεση του Χρυσοστόμου ήταν προαποφασισμένη.

Ο τότε Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη G. Ηorton στο βιβλίο του «Η κατάρα της Ασίας» γράφει για τον Χρυσόστομο:«Πέθανε σαν μάρτυρας και αξίζει να του απονεμηθούν ύψιστες τιμές από την Ελληνική Εκκλησία και την Ελληνική Κυβέρνηση...»
Συγκλονιστική περιγραφή της δολοφονίας

ΣΤΙΣ 14 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ1982, με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 60 χρόνων από την καταστροφή, σε έκτακτη συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών, ο διαπρεπής ακαδημαϊκός Γ. Μυλωνάς, τελείωσε την ομιλία του με μία συγκλονιστική περιγραφή του μαρτυρίου και της θανατώσεως του Χρυσοστόμου. «Κατά τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου 1922 μια ομάδα φοιτητών του Ιnternational College της Σμύρνης και εγώ βρεθήκαμε φυλακισμένοι σε απαίσιο υπόγειο, σ’ ένα από τα μπουντρούμια του Διοικητηρίου της Σμύρνης. Σ’ αυτό ήταν ασφυκτικά στριμωγμένοι Έλληνες Χριστιανοί αιχμάλωτοι, μάλλον άνθρωποι προωρισμένοι για θάνατο. Στις 5 το απόγευμα της τελευταίας ημέρας του θλιβερού Σεπτεμβρίου, ένας τουρκοκρητικος με διέταξε να τον ακολουθήσω στην αυλή. “Είσαι δάσκαλος;”, με ρωτά. “Αυτήν την τιμή είχα” του απαντώ. “Και οι άλλοι που ήσαν μαζί σου είναι φοιτητές;”. ”Ναι”, του λέγω. “Γρήγορα μάζεψέ τους και φέρε τους εδώ”. “Ελάτε μαζί μου έξω”, λέγω στους συντρόφους μου. “Φαίνεται ότι ήρθε η ώρα μας. Εμπρός με θάρρος”. Ποια ήταν η έκπληξή μας όταν ακούσαμε τον Τουρκο-κρητικό να λέει: “ Θα σας σώσω σήμερα, γιατί ελπίζω αυτό να με βοηθήσει να λησμονήσω μια τρομερή σκηνή που αντίκρυσαν τα μάτια μου, σκηνή στην οποία έλαβα μέρος”.

Και συνέχισε: “Παρακολούθησα το χάλασμα του Δεσπότη σας. Ήμουν μ’ εκείνους που τον τύφλωσαν, που του βγάζαν τα μάτια και αιμόφυρτο, τον έσυραν από τα γένια και τα μαλλιά στα σοκάκια του Τουρκομαχαλά,τον ξυλοκοπούσαν, τον έβριζαν και τον πετσόκοβαν. Από καιρού σε καιρό, όταν μπορούσε, ύψωνε κάπως το δεξί του χέρι και ευλογούσε τους διώκτες του. Κάποιος πατριώτης μου αναγνωρίζει τη χειρονομία της ευλογίας, μανιάζει, μανιάζει και με το τρομερό μαχαίρι του κόβει και τα δυο χέρια του Δεσπότη. Εκείνος σωριάστηκε στη ματωμένη γη με στεναγμό που φαινόταν ότι ήταν μάλλον στεναγμός ανακουφίσεως παρά πόνου. Τόσο τον λυπήθηκα τότε, που με δύο σφαίρες στο κεφάλι τον αποτελείωσα. Αυτή είναι η ιστορία μου. Τώρα που σας την είπα ελπίζω πως θα ησυχάσω. Γι’ αυτό σας χάρισα τη ζωή”. “Και πού τον έθαψαν;” ρώτησα με αγωνία. “Κανείς δεν ξέρει πού έριξαν το κομματιασμένο του κορμι

Το απόγευμα της 27ης Αυγούστου του 1922, ενώ ο Τουρκικός Στρατός ήλεγχε πλέον πλήρως την Σμύρνη, ένας Ιταλός καθολικός ιερέας ενημέρωσε τους Γάλλους σχετικά με τον θανάσιμο κίνδυνο που διέτρεχε ο Χρυσόστομος. Πολύ σύντομα μια γαλλική περίπολος, αποτελούμενη από 20 ναύτες, κατέφθασε στην Μητρόπολη, την Αγία Φωτεινή, με σκοπό να φυγαδεύσει τον Χρυσόστομο. Οι Γάλλοι ζήτησαν από τον Μητροπολίτη να τους ακολουθήσει είτε στο προξενίο τους είτε στην καθολική εκκλησία της Sacre Coeur (Καρδιά του Ιησού). Εκείνος όμως αρνήθηκε τονίζοντάς τους ότι το καθήκον του υπαγόρευε να παραμείνει με το ποίμνιό του, «ως καλός ποιμένας», όπως χαρακτηριστικά δήλωσε.

Λίγο αργότερα, κατά τις 19.30, κατέφθασε ένας Τούρκος αξιωματικός, ο οποίος συνοδευόταν από δύο στρατιώτες. Οδήγησαν τον Χρυσόστομο στην πλατεία Διοικητηρίου, μαζί με δύο από τα πλέον εξέχοντα πρόσωπα της Σμύρνης: τον δημογέροντα Γεώργιο Κλιμάνογλου και τον νομικό Νικόλαο Τσουρουκτσόγλου, εκδότης της γαλλόφωνης εφημερίδας «La Reforme». Η γαλλική περίπολος ακολούθησε τον μητροπολίτη, ο οποίος βρισκόταν ήδη ενώπιον του Νουρεντίν πασά. Ο τελευταίος έδωσε εντολή να εκτελεστούν οι δύο δημογέροντες. Ακολούθως απευθύνθηκε στον Χρυσόστομο λέγοντάς του: «Εμείς, θα τα βρούμε μαζί». Και συνέχισε, εξυβρίζοντάς τον χυδαία και κατηγορώντας τον για την φιλελληνική του στάση και τις ενέργειές του εναντίον του Τουρκικού έθνους. Κατόπιν του ανακοίνωσε ότι το «επαναστατικό δικαστήριο της ανεξαρτησίας», στην Αγκυρα, είχε ήδη αποφασίσει την καταδίκη του σε θάνατο.

Επειτα, ο Τούρκος αξιωματούχος κατευθύνθηκε προς το μπαλκόνι του κτηρίου, απ' όπου αντίκρισε, στην πλατεία Διοικητηρίου, τη θέα μαινόμενου πλήθους, 1.500 περίπου Τούρκων, στους οποίους απηύθυνε τα παρακάτω λόγια, δείχνοντας συγχρόνως τον Χρυσόστομο: «Αν καλό σας έκανε τούτος να του το ανταποδώσετε. Αν κακό σας έκανε, κάντε του και εσείς κακό! Εγώ σας παραδίδω τον χιρσίζ ντομούζ (κλεφτογούρουνο). Το μαρτύριο του ιεράρχη είχε μόλις αρχίσει.

Ο Τουρκικός όχλος, τελώντας σε έξαλλη κατάσταση, παρέλαβε τον Χρυσόστομο. Επιτέθηκε εναντίον του κτυπώντας τον με γροθιές, λοστούς και ξύλα και τον οδήγησαν σε ένα κουρείο, όπου τον ανάγκασαν να φορέσει μια λευκή μπλούζα. Στην συνέχεια, του ξερίζωσαν τη γενειάδα και τον έσυραν στην τουρκική συνοικία, προπηλακίζοντας και φτύνοντάς τον. Εκεί του επεφύλαξαν έναν αργό και βασανιστικό θάνατο: τον μαχαίρωσαν σε πολλά σημεία του σώματος του, εβγαλαν τα ματια του και του έκοψαν τα αυτιά και την μύτη.

Στο μαρτύριο του μητροπολίτη παρευρέθηκαν και οι 20 Γάλλοι ναύτες, την αντίδραση των οποίων περιέγραψε ο Γάλλος συγγραφέας Ρενέ Πουώ: «Η γαλλική περίπολος παρακολουθούσε... Οι Γάλλοι ναύτες «είχαν βγει από τα ρούχα τους». Χωρίς υπερβολή, έτρεμαν από αγανάκτηση και αποφάσισαν να επέμβουν. Ο επικεφαλής αξιωματικός τους, όμως, ακολουθώντας τις διαταγές που είχε, με το περίστροφο στο χέρι, τους εμπόδισε να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση.... Δεν ξαναείδαμε τον Χρυσόστομο, που τον αποτελείωσαν σε μικρή απόσταση». Σύμφωνα με μια εκδοχή, ένας Τούρκος πυροβόλησε τον μητροπολίτη δύο φορές στο κεφάλι, δίνοντας τέλος στο μαρτύριό του. Κανείς δεν κατόρθωσε να πληροφορηθεί τι απέγινε - ότι απέμεινε από το κατακρεουργημένο σώμα του Χρυσοστόμου. Φημολογείται, ωστόσο ότι κατέστη δυνατό να ενταφιαστεί στο γήπεδο του Απόλλωνα.

Τραγικό υπήρξε και το τέλος των δυο δημογερόντων που τον συνόδευαν. Ο Γεώργιος Κλιμάνογλου απαγχονίσθηκε. Τον Νικόλαο Τσουρούκτσογλου, αφού τον έδεσαν από τα πόδια σε ένα αυτοκίνητο, τον περιέφεραν στο κέντρο της Σμύρνης, ενώ το κεφάλι του συρόταν στα λιθόστρωτα καλντερίμια
ο Αρμένιος επίσκοπος, Γεβόντ Τουριάν, ζήτησε αρχικά άσυλο σε ένα καθολικό εκκλησιαστικό ίδρυμα. Τελικά κατόρθωσε να μεταβεί στις Η.Π.Α. Εκεί όμως εκτελέστηκε από Αρμένιους αγωνιστές, ακριβώς γιατί εγκατέλειψε το ποίμνιό του, αποφεύγοντας να θυσιαστεί μαζί του όπως έπραξε ο Χρυσόστομος.




μνημοσυνο για τις χαμενες αλλα οχι λησμονημενες πατριδες.....

Πέμπτη 9 Σεπτεμβρίου 2010

σεπτεμβρης 1922...

τα blogs ειναι μια μορφη ηλεκτρονικου ημερολογιου,ενα ειδος graffiti που αντι να βγαζεις τα σωψυχά σου με μπογια στον τοίχο του άλλου έχεις το δικο σου "τοιχο" να χτυπας το κεφαλι σου και να βγαζεις δημοσια το παραμιλητο σου. συχνα μπορει να παρεξηγηθεις,ειναι πολυ εύκολο να κολλανε οι άλλοι ετικετες,οταν βλεπουν γραμμενη την κραυγη και δεν γνωριζουν τις υπογειες διαδρομες της σκεψης και της ψυχης,τα συναισθηματα που επωαζονται για να καταληξουν σε λεξεις.Αυτο το ρισκο της ετικετας νιωθω πως εχω να αντιπαλεψω,να περασω μεσα απο τη Σκυλλα του "εθνικιστη" ή τη Χάρυβδη του "προγονόπληκτου".Αδιαφορω.Το μονο που θέλω ειναι να κανω ενα μνημοσυνο,στους γονεις μου"πάππου προς πάππον",που γραφουμε και στον παπα οταν μνημονευει τους αγαπημενους μας που εφυγαν,ένα μνημοσυνο σε όλους αυτους που τετοιες μερες,πριν 88 χρονια κατεβαιναν στον αδη,τετοιες μερες ηταν,Σεπτεμβρης.Που έζησαν ολα τα υπολοιπά τους χρονια με εφιάλτες στον ύπνο τους,που εφτιαξαν με μυριες δυσκολιες ένα άλλο σπιτικο αλλα παντα αναπολουσαν το πατρικο και τις γειτονιες των παιδικων τους ονειρων.Στο δικο μας σπιτι καθε χρονο 14 του Σεπτεμβρη,του Σταυρού,θυμομαστε την Αγια Φωτεινη ,την εκκλησια μας ,και καναμε μνημοσυνο στον ιορδανη,την καλλιοπη,το Γρηγορη,τον.....την... ειχαμε τοσους να θυμομαστε και να κλαιμε,τους έμαθα και γω,δεν τους γνωρισα ποτε,δεν προλαβαν να φυγουν,τους πήραν,τους ¨"έκοψαν"...Δεν μπορεις να μη θυμασαι,ειναι προδοσια,όχι στη φυλη αλλα στα νανουρισματά σου..
Η αγια φωτεινη δεν υπαρχει,στη θεση της το ξενοδοχειο hilton,η ευαγγελικη σχολη ειναι σχολειο για άλλα παιδια τωρα,το "και"που ηταν το σπιτι μας ειναι μια προκυμαια χωρις νεοκλασσικα, και μεις ειμαστε οι απογονοι αυτων των ανθρωπων που έφυγαν με τον τρομο της μεγαλης πυρκαγιας να τους κυνηγαει χρονια ολοκληρα...

Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2010

αφιερωματος συνεχεια...



το σπιτι του Σεφερη στα Βουρλα

Τι είδες, Μάρκο, στα Βουρλά;
Δυτικά παράλια. Γιατζηλάρι
(Μαρτυρία Μαρίας Μπιρμπίλη - αποσπάσματα)

Το Γιατζηλάρι (τουρκ. Yargcilar), χωριό 10 χλμ. ΝΔ των Βουρλών, είχε 1.000 κατοίκους, μόνο Έλληνες. Βρίσκεται στη χερσόνησο της Ερυθραίας.
Από τον Ιούνιο - Ιούλιο άρχισαν τα στρατεύματα κι υποχωρούσαν• αυτά τ' ακούαμε, δε διαβάζαμε εφημερίδα. Τον Αύγουστο που απλώναμε τη σταφίδα, μας λέγανε πως θα φύγουν οι Έλληνες• φέρνανε τα νέα από τα Βουρλά, δε βλέπαμε, όμως, τίποτα και δεν πιστεύαμε.
Μετά τις 15 Αυγούστου, πέρναε όλο το στρατό από το χωριό μας. Θυμάμαι έσφαζα κότες και τους μαγείρευα, φουρνίζαμε συνέχεια, δε τους προλαβαίναμε και βγάζαμε το ψωμί μισοψημένο• ήτανε πεινασμένο το στρατό.
Στις 25 Αυγούστου ακούαμε το κανόνι που έριχνε συνέχεια. Ανεβήκαμε στον τεπέ του χωριού και βλέπαμε τις λάμψεις πέρα στη Σμύρνη, στα Δυο Αδέλφια
Ο άντρας μου, σαν είδε πως χειροτερεύανε τα πράματα, μου λέει: «Να σας πάω στο Ντεμερτζιλί, να βρούμε καΐκι να φύγουμε».
Πάει, παίρνει τη μαμά μου, τις αδελφές μου και κάτι πράματα μ' ένα ζώο και πήγανε στη θάλασσα. Εμένα με το παιδί θα 'ρχότανε μετά να μας πάρει. Είχα τότε την κόρη μου μωρό, έξι μηνών.
Στο Ντεμερτζιλί που πήγανε, καθίσανε τρία μερόνυχτα. Πηγαίνανε καΐκια, κλέβανε κατσίκια, πρόβατα, αλλά ανθρώπους δεν παίρνανε. Την παραμονή τ' ʼη Γιαννιού του Νηστευτή γυρίσανε.

Ορφανά, θύματα των διωγμών των Νεότουρκων σε σχολική γιορτή του «Πατριωτικού Ιδρύματος» (Φωτογραφικό Αρχείο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών)
Εκείνη την ημέρα στο Κάτω Πηγάδι, στ' αμπέλι μας, σφάξανε ένα βόδι οι στρατιώτες και φέρανε τη συκωταριά να τους την ψήσω. Ένας αξιωματικός που ήτανε μαζί τους λέει στον άντρα μου: «Να πάρεις την οικογένειά σου και να φύγεις, θα σας κόψουνε σαν τα κατσίκια οι Τούρκοι».
T' απόγεμα, κατά τις δύο, γυρίσανε από το Βουρλά ο παπάς κι ο μουχτάρης και μας λένε: «Να φύγετε, οι Τούρκοι βάλανε στο Βουρλά σφαγή».
Όπως ήτανε ο καθένας τα μάζεψε κι έφυγε• μερικοί δεν προλάβανε. Πλακώσανε οι Τούρκοι απ' τα γύρω τουρκοχώρια, το Κουσουλάρ και το Σαλάπταλαρ κι έγινε μεγάλο κακό. Σφάξανε τη γυναίκα του μουχτάρη και τα πέντε της παιδιά• ο μουχτάρης γλύτωσε. Την κόρη του παπά την ατιμάσανε μπροστά στα μάτια του και μετά την πήρανε, δε μάθαμε τι έγινε. Την παπαδιά με τ' άλλα της παιδιά τους σκοτώσανε• ο παπάς γλύτωσε με δεκατέσσερις μαχαιριές.
Ένα θείο του αντρός μου τον σφάξανε κι εκείνον.
Ο Πλαστήρας είχε απέναντι στο βουνό το κανόνι. Είδανε από 'κεί τσι Τούρκοι κι αρχίσανε και ρίχνανε, γκρεμιστήκανε πολλά σπίτια.
Όταν φύγαμε, οι περισσότεροι χωριανοί πήγανε στον Κόρακα*, από 'κεί κάνανε σινιάλο με τσι φωτιές και πήγανε καΐκια στη Βρωμολιμιώνα και τσι πήρανε. Εμείς, επειδής από κείνο το μέρος δεν είχε νερό, φοβηθήκαμε να πάμε• πήγαμε στο Γκιούλμπαξε. Μείναμε μια βραδιά. Όλη τη νύχτα ακούαμε το κανόνι και το κακό που έπεφτε. Εκεί ήρθε κι ένας από το Βουρλά.
- Τι είδες, Μάρκο, στα Βουρλά;
- Τι να δω, φωτιά και μαχαίρι.
Το πρωί παίρνομε το δρόμο για τ' Αλάτσατα Εγώ είχα την κόρη κρεμασμένη στην πλάτη κι ένα μποξά στο χέρι• η συχωρεμένη η μαμά μου κουβάλαε μια στάμνα νερό για τα παιδιά.
Το βράδυ μείνανε στ' Αλάτσατα, σ' ένα συγγενή μας. Όλη νύχτα κι εκεί το κανόνι δε σταμάτησε. Το πρωί περνούσανε στρατιώτες, μας είπανε πως οι Τούρκοι φθάσανε στο Πυργί. Τα μαζέψαμε κι από τ' Αλάτσατα και πήγαμε στα Λίτζια, στου Βίτελ τα λουτρά• εκεί είχε καΐκια πολλά.
Ένα μήνα μείναμε. Ούτε παράθυρο ούτε πόρτα είδαμε ανοιχτή
Μπήκαμε σ' ένα καΐκι μαζί και λίγοι χωριανοί και βγήκαμε στη Χίο. Στην αρχή μείναμε στο λιμάνι. Χάμω στα χώματα κοιμόμαστε.
Μια μέρα ο άντρας μου μού λέει: «Μαρία, να σηκωθούμε να φύγουμε, βλέπω τους αξιωματικούς χωρίς εξαρτήσεις, φοβάμαι μη γίνει κανένα κίνημα».
Νύχτα μάς εσήκωσε. Παίρνομε πάλι τα έχοντά μας στον ώμο και τραβούμε νότια και πάμε σ' ένα περιβόλι. Ο νοικοκύρης μάς διώχνει, φοβήθηκε μη φάμε τα μανταρίνια. Πάμε σ' έναν ελιώνα. Μας διώχνουν κι από 'κεί. Εμείς δε φύγαμε. «Κερατά», του λέει ο άντρας μου, «εμείς είμαστε διωγμένοι, πού θες να πάμε;». Κάναμε σπιτάκια με τσι πέτρες, σαν τα παιδιά και κάτσαμε. Πιάνει ένα απόγεμα βροχή, δεν είχαμε πώς να προφυλαχτούμε. Πήγαμε σ' ένα σπίτι, κάτω από τα σκαλοπάτια. Το πρωί ανοίγει ο νοικοκύρης την πόρτα, μας βλέπει, την ξανακλείνει. Σε λιγάκι ξαναβγαίνει, κρατούσε τρεις φέτες ψωμί και τυρί για τα παιδιά. «Εμείς», του είπαμε, «ήρθαμε για να προφυλαχτούμε, δεν ήρθαμε για ελεημοσύνη».
Ένα μήνα μείναμε στη Χίο, ούτε παράθυρο ούτε πόρτα χιώτικη είδαμε ανοιχτή.
Μετά σπάσαμε μιαν αποθήκη και πήγαμε και καθίσαμε. Από 'κεί δα ξεκινήσαμε και φύγαμε. Πρώτη του Σεπτέμβρη πήγαμε στη Χίο, δύο του Οκτώβρη ήμαστε στην Κρήτη, στα Χανιά. Εκεί ήρθε ένας και μας πήρε να μαζέψομε ελιές στην Παλιοχώρα. Ένα μερόνυχτο και μια μέρα κάναμε για να φθάσομε. Ανάμεσα στα βουνά και στα λαγκάδια πορπατούσαμε.
Σαν φτάσαμε στο χωριό, ήθελε να μας βάλει σ' ένα κουμάσι να κοιμηθούμε. «Εγώ» του λέω «δε μπαίνω μέσα, άμα ήθελα να μείνω αιχμάλωτη έμενα και στη Μικρασία». Ήρθε μετά ο πρόεδρος της κοινότητας και μας έβαλε σ' ένα κελί. Μαζεύτηκε ο κόσμος και μας κοίταζε περίεργα, σα να είμαστε άλλη φυλή.
- Ξέρετε ελληνικά; μας ρωτούσανε• είχατε εκκλησίες στον τόπο σας;
Μετά από ένα χρόνο σηκωθήκαμε και φύγαμε, πήγαμε στα Χανιά. Εγκατασταθήκαμε σ' ένα μετόχι τούρκικο. Ένας Τούρκος το είχε άλλοτε αυτό και το μοιράσανε σε εξήντα οικογένειες, σκέψου τι πήραμε!
Το '50 φύγανε τα δυο παιδιά μου από την Κρήτη κι ήρθανε στην Αθήνα• σιγά-σιγά μαζευτήκαμε όλοι εδώ.
* Βουνό

αφιερωμα στο Σεπτεμβρη ,το μαυρο Σεπτεμβρη...

Mαρτυρίες

Κάθε χωριό είχε τους δικούς του χαμούς
Δυτικά παράλια. Δικελί
(Μαρτυρία Νότας Διαμαντή - αποσπάσματα)

Το Δικελί είναι παραλιακή κωμόπολη με 7.000 κατοίκους (πριν το 1922) από τους οποίους 4.000 Έλληνες και 3.000 Τούρκοι. Βρίσκεται 26 χλμ. Δ - ΝΔ της Περγάμου και πάνω στο δρόμο Αϊβαλί - Σμύρνη. Οι Έλληνες κάτοικοι είναι νεότεροι έποικοι από τη Λέσβο αλλά και από την Πέργαμο και Αϊβαλί. Διαθέτει λιμάνι, απ' όπου εξάγονταν τα προϊόντα της κοιλάδας του Καΐκου.
Το Δικελί είχε λιμάνι μεγάλο κι άραζαν καράβια λογής λογής. Έτσι, σαν μαθεύτηκε πως ο ελληνικός στρατός οπισθοχωρεί και κατεβαίνουν οι Τούρκοι, η πρώτη σκέψη του κόσμου ήταν να φύγει όπως όπως και από όπου να 'ναι. Από τα χωριά της Πέργαμος, και τα πιο μακρινά, ας πούμε το Σόμα, το Κιουπεϊλί, περπατούσαν, άλλοι απάνω στα ζώα, στα κάρα, και φτάναν στην παραλία του Δικελί χωρίς τίποτα, μ' ένα τόσο δα μπογάκι. Το ίδιο και από τα χωριά του Αϊβαλί• η Μακαρονία σφάχτηκε πέρα για πέρα. Το κάθε χωριό είχε το δικό του δράμα, τους δικούς του χαμούς, και το κάθε σπίτι το δικό του. Κάποιος έμεινε, κάποιος χάθηκε, κάποιος πέθανε χωρίς φροντίδα.
Εμείς είχαμε τα δικά μας. H μάνα μου πήγε να σώσει το δήμαρχό μας, τον Τζώρτζη. Ως έμπιστη υπηρετούσε στο ξενοδοχείο του στην παραλία. Τον κυνηγούσαν οι Τούρκοι οι ντόπιοι, γιατί τον είχαν άχτι, πριν ακόμη φύγει ο ελληνικός στρατός.
Έκατσε λοιπόν στη θάλασσα στη σκάλα που είχαμε για τους επισήμους, άπλωσε τα φουστάνια της και τον σκέπασε. Ωστόσο μαζεύτηκε κόσμος και φορτώματα• ο Τζώρτζης έπεσε μπρούμυτα, του ρίξαν από πάνω του τσουβάλια και με τρόπο - τρόπο τον μπαρκάρανε. Κάποιος όμως πρόδωσε και πιάσαν οι Τούρκοι τη μάνα μου. Αυτή διαμαρτυρήθηκε και φώναζε πως καμία ανάγκη δεν είχε το δήμαρχο και πως δεν της ήταν «της γούνας της μανίκι». Πέρασε κι αυτό και σε λίγες μέρες μάζευαν τους άντρες από δεκατριών χρονών κι απάνω. Τι να τους κάνουν; Να τους σκοτώσουν; Να τους σύρουν στο εσωτερικό να τους εξοντώσουν, να τους βάλουν στην πέτρα; Ένας Θεός ήξερε. Είχα ένα αδερφάκι ως τόσο - δα, το παραμορφώσαμε, του βάλαμε ένα μαντίλι στο κεφάλι, όπως φορούσαν τα Τουρκάκια, και το κρύβαμε μέσα σε μια αποθήκη, ίσαμε την ώρα που μπαρκάραμε. Δεν μπήκαμε στο ίδιο καράρβι που μπάρκαρε ο δήμαρχος. Ένας θείος μου ήρθε στο Δικελί με φορτωμένο καΐκι, μας πήρε και μας πήγε στη Μυτιλήνη.

Μαζικά εκτοπισμένοι Έλληνες σε πορεία τους στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας (Φωτογραφικό Αρχείο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών)
H γιαγιά μου ήτανε πάνω από ενεντήντα χρονών και σπάνια έβγαινε από το σπίτι, ούτε και της δίναμε πολύ λογαριασμό για το τι γίνεται, να μην πικραίνεται. Το βράδυ - βράδυ, που βγήκαμε για να μπαρκάρουμε στου θείου μου το καΐκι, που ήταν αραγμένο πιο πέρα από τον Καναρά, περπατούσε στην ακροθαλασσιά απάνω στα αμέτρητα πτώματα κι αλλού σκόνταφτε απάνω στα κόκαλα κι αλλού βουλούσε στο αίμα και μας έλεγε: «Τι δρόμος είναι αυτός, που με φέρατε; Όλο βράχια. Πότε έβρεξε και γίνηκε τόση λάσπη». Και μοναχά το πρωί σαν ξημέρωσε ο Θεός τη μέρα είδε πως οι κάλτσες της και οι γόβες της ήταν μέσα στο αίμα.
Πού να ξέρει τι σφαγή έγινε από τους Τσέτες στην παραλία, τι άδικο αίμα χύθηκε! Εκεί, όπως καρτερούσαν οι κακόμοιροι από τα διάφορα χωριά δεν ήταν συμφορά που να μην την πάθουν• παίρναν κορίτσια, ξεγύμνωναν από παράδες, από ρούχα, τους άφηναν με την ψυχή στο στόμα, νηστικούς και διψασμένους. Όλη τους η μανία για ό,τι πάθαν από τον ελληνικό στρατό σ' αυτούς τους άτυχους έπεσε. ʼσε τους Γάλλους! Ντρέπομαι που το λέω. Κάμποσα παλικάρια, για να γλυτώσουν την αιχμαλωσία, κολυμπούσαν ίσαμε τα καράβια τους κι αυτοί αντί να τους προστατέψουν, καθώς πιάνονταν για να σωθούν, τους κόβαν τα χέρια. Τέτοια θηρία είναι.
Στη Μυτιλήνη όταν πήγαμε, είχε πέσει - είναι η αλήθεια - πολύς κόσμος• μας βάλαν στην αρχή μέσα στο δημόσιο κήπο, στο άλσος. Όταν χειμώνιασε μας στοίβιασαν μέσα στο σινεμά κι άλλους στα σχολεία. Καιρό κάναν εξαιτίας μας να λειτουργήσουν τα σχολεία τους. Μας δίναν ένα μικρό επίδομα.
ʼλλοι πήγαν μεροκάματο, άλλες παραδούλευαν σε πλούσια σπίτια και σε μαγαζιά, κάναν νταντέλες, κάλτσες και ζούσαν. Οι άρρωστοι ζητιάνευαν και τα κακόμοιρα παιδάκια!
Εμείς σώσαμε το αδερφάκι μου, μα το χάσαμε είκοσι έξι χρονώ παλικάρι στη Μυτιλήνη. Πολύ κακοπαθήσαμε, αυτή ήταν η μοίρα μας.